Τρίτη 18 Μαΐου 2010

Το απόλυτο σκοτάδι!


Ο τοίχος άσπρος και φρεσκοβαμμένος, φώτιζε το θολό τοπίο γύρω του. Μου τράβηξε την προσοχή αμέσως. Δεν υπήρχε φεγγάρι. Ούτε πολλά αστέρια στον ουρανό. Κι όμως, αυτός ήταν τόσο φωτεινός. Χρειάστηκε να πλησιάσω για να διακρίνω το σκουρόχρωμο σημείο του. Το παράθυρο. Μπλε. Σκούρο προς ανοιχτό. Χρώμα σαν αυτό της θάλασσας. Χαμογέλασα. "Μου θυμίζει πολλά αυτό το χρώμα", σκέφτηκα. Ακόμα και τώρα. Πλησίασα κι άλλο. Το χαμόγελο δεν ήταν μεγάλης διάρκειας. Εξαλείφθηκε από το έντονο αίσθημα απορίας που με κυρίευσε. Κρίμα. Δεν υπήρχε πόρτα. Περιεργάστηκα το παράθυρο.Ήταν πολύ απλό παράθυρο. Τα παραθυρόφυλλα ήταν ξύλινα και έμοιαζαν αρκετά παλιά. Προσπάθησα να διακρίνω κάτι μέσα του. Μάταια. Αυτός ο τοίχος ήταν τόσο φωτεινός. Η αντίθεση ήταν πολύ μεγάλη και τα μάτια μου κουράστηκαν γρήγορα. Δεν μπορούσα να δω τίποτα. Ήμουν τόσο περίεργος όμως. Τι θα μπορούσα να κάνω; Μάλλον τίποτα, αποφάσισα. Έμεινα λίγο να κοιτώ την όψη του κτιρίου. Σίγουρα αξιοπερίεργη. Σίγουρα επιβλητική και σίγουρα όμορφη. Έκανα μεταβολή. Άρχισα να περπατώ προς την αντίθετη κατεύθυνση. Κοντοστάθηκα. Συνέχισα. Η εικόνα είχε μείνει στο μυαλό μου. Άκουσα ένα τρίξιμο. Γύρισα. Το παράθυρο ήταν μισάνοιχτο πλέον. Ή και μισόκλειστο. Ειλικρινά δεν μπορούσα να θυμηθώ αν το παράθυρο ήταν ανοιχτό ή κλειστό νωρίτερα. Νομίζω κλειστό. Αλλά ίσως και όχι. Όπως και να 'χει στο εσωτερικό του δεν φαινόταν τίποτα. Ίσως ήταν το απόλυτο σκοτάδι. Ίσως η θαμπάδα από το έντονο άσπρο του τοίχου. Απροσδιόριστο! Ποιος είχε όμως ανοίξει το παράθυρο;

-Εγώ, απάντησε μία φωνή.

-Μα πως; Δεν μίλησα.

-Εγώ σε άκουσα.

-Μα...Ποιος είσαι;Γιατί άνοιξες το παράθυρο;

-Ήθελα να τραβήξω την προσοχή σου. Ήθελα να σε γνωρίσω!Ήσουν αρκετή ώρα εδώ.
M' άρεσε η παρέα σου. Δεν ήθελα να φύγεις,έτσι.
Προσπάθησα να ανοίξω το παράθυρο.

-Γιατί θέλεις να με γνωρίσεις;Γιατί εμένα;

-Νιώθω ότι θα με καταλάβεις.Με έκανες να νιώσω όμορφα.

-Εδώ μένεις;Γιατί τόσο σκοτάδι;Δεν σε βλέπω...

-Εδώ μένω, ναι.Πάντα εδώ έμενα. Δεν μ' αρέσει το φως...Με τρομάζει.

-Θα μπορούσα να σε δω;

-ΌΧΙ, δεν γίνεται αυτό.

-Μα γιατί;Πως αλλιώς θα γνωριστούμε;

-Δεν αποκαλύπτομαι ποτέ στους άλλους. Άμα θέλεις θα μιλάμε όπως τώρα.
Και έτσι θα γνωριστούμε.

-Μα εσύ με βλέπεις...

-Κάνεις λάθος!Δεν σε βλέπω.Δεν μπορώ να δω.

-Γιατί όχι;

-Δεν φαίνεσαι από εδώ. Η αντίθεση των χρωμάτων είναι έντονη.

-Άνοιξε κι άλλο το παράθυρο.

-Έχει μαγκώσει...

-Γιατί δεν το φτιάχνεις τότε;Εύκολο θα 'ναι.

-Δεν θέλω!

-Δεν καταλαβαίνω...Δεν θέλεις να με δεις;

-Δεν καταλαβαίνεις...Καλύτερα να φύγεις.Δεν θα μου λείψεις.
Θα σταματήσει και κάποιος άλλος να με θαυμάσει.
Το χρώμα του παραθύρου μου έχει το χρώμα της θάλασσας και ο τοίχος μου είναι τόσο φωτεινός.
Εσύ καλύτερα να φύγεις.Δεν φαίνεσαι και τόσο ικανός να με αγαπήσεις τελικά.


Το παράθυρο έκλεισε.
Το χρώμα του ήταν το ίδιο έντονο και ξυπνούσε ακόμα περισσότερες αναμνήσεις.
Δεν χαμογέλασα.Προβληματίστηκα.Απόρησα.


Είναι περίεργη η ζωή και οι ρόλοι της. Πιο περίεργοι είναι όμως όσοι τους παίζουν.
Περπατούσα σέρνοντας τα πόδια μου στο χώμα. Σκεφτόμουν έντονα.
Άναψα ένα τσιγάρο.
Ανθρώπινες σχέσεις.
Μισάνοιχτα και μισόκλειστα παράθυρα.
Μέσα και έξω. Εγώ και εσύ.
Ένα χρώμα και ένα άλλο, ένα διαφορετικό χρώμα.

Το απόλυτο σκοτάδι...Κρίμα!

1 σχόλιο: